Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010

Και φταίχτης και πανωλαδιάς


Της Ιωάννας Μπουλντούμη

Penelope’s e-memoirs

Επιτέλους, κοιμήθηκε! Άντε, να ησυχάσει λίγο και το κεφαλάκι μου – κι όχι μόνο!
Τι κάζο ήταν αυτό, Δία μου και Ήρα μου μαζί! Καλά δεν είχα την ησυχία μου τόσα χρόνια, τώρα βρήκε να επιστρέψει ο καταραμένος;

Καλά μου τα’ λεγαν οι φίλες μου: «Πηνελόπη, γεμάτος είναι ο τόπος από μνηστήρες, τι τους θέλεις τους γάμους; Αφού κώλο δε βάζει κάτω ο Οδυσσέας, μόνη σου θα είσαι μια ζωή, τι τις θες τις δεσμεύσεις;». Έλα ντε! Η ώρα η στραβή… Άλλες εποχές όμως τότε. Τα κορίτσια έπρεπε να μικροπαντρεύονται. Πού τώρα; Βλέπω τις βάγιες μου… Οικονομικά ανεξάρτητες, με την καριέρα τους – όπου μέρα τους και νύχτα τους, σιγά μη βάλουν μπελά στο κεφάλι τους…

Ταμπλάς μου ήρθε όταν με ξύπνησε με τις φωνές της η Ευρύκλεια για να μου ανακοινώσει τα "χαρμόσυνα" νέα… Στράφι πήγε το beauty sleep… Από την έκπληξη, το μέτωπό μου γέμισε ρυτίδες. (Να θυμηθώ να κάνω μάσκα με λάσπη από άργιλο). Στην αρχή νόμιζα ότι τη χτύπησε τη γριά το Αλτσχάιμερ. Από περιέργεια περισσότερο σηκώθηκα και πήγα κάτω να δω τι συνέβαινε. Τι το ήθελα; Αυτό δεν ήταν σαλόνι, ο προθάλαμος νεκροτομείου ήταν! Σκιάχτηκα τόσο πολύ όταν είδα τους μνηστήρες πεσμένους τον ένα πάνω στον άλλον, ακίνητους και τόσο, μα τόσο νεκρούς… Ειδικά όταν αντίκρισα τον Αντήνορα, σφίχτηκε η καρδιά μου. Ένα παλικάρι σαν τα κρύα τα νερά της Ζακύνθου, με τα μπράτσα τα σμιλεμένα και τα μάτια τα μελένια … Τα μάτια αυτά με θωρούσαν τώρα παγωμένα και άψυχα. Παραλίγο να πέσω από τα δεκάποντα πασούμια μου…

Ρουθούνι δεν είχε αφήσει όρθιο ο βρωμιάρης ο ζητιάνος. Δέκα μπουκαλάκια μύρο να σκόρπιζα στο πάτωμα, η μπόχα θα έκανε χρόνια να ξεκολλήσει από τα πλακάκια. Για να πω την αλήθεια, κάτι μου θύμιζε η φυσιογνωμία του, κάτι από τον προκομμένο τον άντρα μου, αλλά πού να τον αναγνωρίσω 20 χρόνια μετά και 20 αφρόλουτρα πριν; Στάθηκα και τον κοίταζα σαν χαζή: ευχόμουν από μέσα μου όλα αυτά να ήταν ένα κακό όνειρο. Ο Όμηρος βέβαια το περιέγραψε πιο ρομαντικά -ότι δήθεν έμεινα σκεπτική γιατί μόνο από τα προσωπικά σημάδια θα αναγνώριζα το στεφάνι μου. Ναι, καλά…

Μη και χάσουν ευκαιρία οι δούλες και δε πασπατέψουν τον ξένο, άρχισαν να τον λούζουν και να τον χτενίζουν αλλά εγώ, εκεί, μουλάρι! Φταίει κι αυτή η καταραμένη η πρεσβυωπία που βλέπω θολά… Και τότε ο αφέντης τα πήρε στον εγκέφαλο και ζήτησε από τις βάγιες να του στρώσουν να κοιμηθεί. Και μου την είπε κι από πάνω, ότι τάχα έχω σιδερένια καρδιά! Ε, τότε το κατάλαβα επιτέλους ότι είχε γυρίσει ο Οδυσσέας, την γκαντεμιά μου μέσα! Και φταίχτης και πανωλαδιάς! «Εμ δεν έχω εγώ σιδερένια καρδιά κακομοίρη μου, εσύ έχεις κοκάλινα κέρατα» έκανα να του φωνάξω, αλλά κρατήθηκα γιατί ήταν οι βάγιες μπροστά και δεν ήθελα να πάρουν κι άλλον αέρα. Αφεντικά και δούλοι, ίδια σκατά έχουμε γίνει ούλοι…

Καλή βλαμμένη είμαι κι εγώ πάντως, φίλες μου bloggers, που ήθελα να τον δοκιμάσω τον αχαΐρευτο. Διατηρούσα βλέπετε μια κρυφή ελπίδα ότι θα είχε ξεχάσει την ιστορία με το συζυγικό κρεβάτι κι έτσι θα έβρισκα ευκαιρία να τον πετάξω έξω. Έλα όμως που αυτός την είπε απ’ έξω κι ανακατωτά! Ποιος; Αυτός! Που τα γενέθλιά μου δεν αξιώθηκε ποτέ να τα θυμηθεί και πάντα κατέβαζα μια μούρη μέχρι το πάτωμα! Μου’ρθε να κρεμαστώ από την περί ου ο λόγος ελιά. Τι να έκανα η καψερή; Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον – μη χέσω τον Πίνδαρό μου μέσα! Και χαρούλες έκανα, και γλύκες έκανα, και την καλή σύζυγο έκανα… Στο κάτω-κάτω με τόσα που έχω περάσει, εγώ δικαιούμαι να του φάω τη σύνταξη… Σιγά μην τον αφήσω να τον ξεκοκαλίσει η κάθε Ναυσικά και η κάθε Καλυψώ. Ρε ουστ από’ κει…

1 σχόλιο:

Para-Mythou είπε...

Εξαιρετική αυτή η Πηνελόπη.