Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

Συνομιλία


Της Βίκυς Παπαδοπούλου

Η πύλη ήταν έτοιμη να κλείσει και κανείς δεν ήξερε εάν ήταν για πάντα ή για λίγο. Αυτό που ήξεραν ήταν ότι έπρεπε να προλάβουν. Να προλάβουν να περάσουν από την άλλη μεριά. Άνθρωποι όλων των ηλικιών, όλων των εμπειριών. Άνθρωποι τρομαγμένοι ή αδαείς. Κάποιοι προσεύχονταν με πρόσωπα στραμμένα προς τον ουρανό ή το πουθενά. Κάποιοι προχωρούσαν βουβοί. Κάποιοι έτρεχαν ή φώναζαν για να βρουν οικεία τους πρόσωπα. Όλοι όμως είχαν κάτι κοινό. Ζούσαν έντονα το τώρα. Το παρόν.
Λίγο πριν κλείσει η πύλη τόλμησα να κοιτάξω τι αφήναμε πίσω μας. Ένα πράσινο μονοπάτι φαινόταν που σιγά-σιγά χανόταν. Μετά κοίταξα μπροστά. Ήμουν κάπου στη μέση της παράξενης αυτής πομπής. Κεφάλια με εμπόδιζαν να δω, αλλά ήμουν αποφασισμένη. Σε όλους μας είχαν δέσει τα μάτια με μαντήλι. Αυτό ξέχασα να σας το πω. Αλλά εγώ επέλεξα να το βγάλω. Το κοίταζα πως ανέμιζε την ώρα που το άφηνα να φύγει. Ελεύθερο. Έπιασα τον ώμο του μπροστινού μου. Όχι τόσο για να σκαρφαλώσω πιο ψηλά, όσο για να πάρω δύναμη. Ήθελα να δω. Πηγαίναμε άραγε σαν πρόβατα σε σφαγή ή σε σωτηρία; Πάλευα με κεφάλια και πανικό. Τελικά τα κατάφερα. Είδα μπροστά μου ένα απέραντο πράσινο μονοπάτι. Με ολοστρόγγυλα χαλίκια και δέντρα. Στα αριστερά μας μια γέφυρα. Από ξύλο. Ένα με τη φύση. Τα δέντρα. Χαμογέλασα. Και θαρρείς το χαμόγελο αυτό απέκτησε φωνή, υπόσταση, καρδιά. Το αισθάνθηκαν όλοι. Ένιωσα τη δόνηση. Παύση. Και έπειτα ένιωσα ένα χέρι στο χέρι μου. Ζεστασιά. Ένα άλλο στον αριστερό ώμο μου. Λίγο πιο πάνω από την καρδιά. Και μετά άλλο ένα στο δεξί. Σύνολο 25. Μια τεράστια αγκαλιά γίναμε. Όλοι. Ένα σύμπλεγμα. Τι δύναμη που έχει μια αγκαλιά. Τι δύναμη που έχει το τώρα. Ένα τεράστιο πράσινο χαμόγελο. Ζωή.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ούτε λίγο πιο πριν, ούτε λίγο πιο μετά η γλύπτρια χαμογέλασε. Όλη εκείνη την ώρα άγγιζε το μάρμαρο. Η συνομιλία πλέον έχει λάβει τέλος. Τώρα ήξερε τι κρυβόταν μέσα του. Στρώθηκε στη δουλειά...

1 σχόλιο:

Aspasia είπε...

Άνθρωποι όλων των εμπειριών...
Συναρπαστικό!