Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010

Κικόνων μεζές, φρουτάκια λήθης και μπεμπόθρεφτοι


Της Βίκυς Παπαδοπούλου

Οδύσσεια
ΡΑΨΩΔΙΑ Ι

Αλκίνοε, με λένε Οδυσσέα, είμαι γιος του Λαέρτη και βασιλιάς της Ιθάκης, μια που ρώτησες. Με πήραν τα ζουμιά κομματάκι γιατί άκουσα τον Δημόδοκο να τραγουδά για την Τροία. Τι να πω, ούτε εκεί να ήταν ο άτιμος! Με έκανε και τα ξαναθυμήθηκα όλα με το νι και με το σίγμα. Να του δώσετε το καλύτερο μεζέ, το αξίζει!! Εμένα πάντως μου κόπηκε η όρεξη.

Βέβαια μια που είμαι και εγώ εδώ, ευκαιρία είναι να σας πω ο ίδιος, από πρώτο χέρι, αυτά που έγιναν μετά. Αυτά που τράβηξα μέχρι να ρθω εδώ στο παλάτι σας. Να τα ακούσετε από έγκυρη πηγή, γιατί σίγουρα στο μέλλον, θα υπάρξει μεγάλη παραπληροφόρηση.

Ένα θα σας δηλώσω μόνο χωρίς να θέλω να κάνω διαφήμιση: ότι έτσι και γινόντουσαν ταινία όλα αυτά θα πηγαίναμε για πολλά όσκαρ. Καλά, του σεναρίου θα το χαμε στο τσεπάκι μας, όπως με βλέπετε και σας βλέπω. Αλλά αρκετά. Μην σας κρατάω άλλο σε αγωνία.

Που λέτε εγώ είμαι ο πολύπαθος Οδυσσέας (όπως θα έλεγε και ο Όμηρος) που τον κρατούσε αιχμάλωτο τόσα χρόνια στο νησί της η κουκλάρα η Καλυψώ. Λέω ξανά το ονοματάκι μου για αυτούς που πιθανόν δεν το άκουσαν ή δεν το κατάλαβαν, γιατί σε ένα ακροατήριο υπάρχουν πάντα και αυτοί.

Και που λέτε, για να μπω κατευθείαν στο θέμα, τέλειωσε ο πόλεμος στην Τροία. Δέκα χρόνια μας πήρε να την κατακτήσουμε, αλλά τελικά τα καταφέραμε. Και τότε επιτέλους τα μάζεψα από εκεί και είπα καιρός να πάμε πίσω στην πατρίδα. Μπήκα στο καράβι μου μαζί με τους συντρόφους και ένας δυνατός άνεμος μας έριξε σε μια ξένη χώρα. Το νησί ήταν γεμάτο αρνιά, αγελάδια, πολλά τέλοσπαντων ζώα, για να μην πολυλογώ με περιττά πράγματα. Πιάσαμε αρκετά από αυτά, τα σφάξαμε και μετά άρχισα να φωνάζω στους συντρόφους να την κάνουμε από εκεί γρήγορα. Μα εκείνοι, τίποτα. Κάνανε τους κουφούς... Καλά το ρόλο του νηπίου δεν τον αποχωρίστηκαν λεπτό!!! Απορώ τώρα που το σκέφτομαι πώς μπορούσαν να είναι συνεχώς έτσι!! Αντί λοιπόν να με ακούσουν είπαν δεν καθόμαστε εδώ να τα ψήσουμε; Και άναψαν φωτιές, βάλανε και τη μουσικούλα τους, ήπιαν τα κρασάκια τους... κανονικό φαγοπότι έστησαν, σε ξένο χωράφι!!! Εεε δεν άργησε να γίνει το κακό. Ποτέ τους δεν με άκουσαν λιγουλάκι. Δεν ήξεραν δε ρώταγαν; Με τις πρώτες μυρωδιές από το ψητό να σου σκάνε μύτη και οι κάτοικοι του νησιού, οι Κίκονες. Ποιοι είναι οι Κίκονες; Οι Κίκονες ήταν κάτι σαν το Γολιάθ στο πιο άσχημο, κάτι σαν τους Γίγαντες των παραμυθιών αλλά με περισσότερα μούσια και με παιδεία καννίβαλου... Ρίξαμε ένα τρεχαλητό άλλο πράγμα.. ούτε νέφτι να μας είχανε βάλει... ξέρετε πού! Τελικά έξι ήταν οι πιο αργοί και δεν κατάφεραν να μπουν στα καράβια και φυσικά έγιναν Κίκονων μεζές!!

Πάλι καλά να λες... μετά τους Κίκονες (τώρα που το σκέφτομαι το όνομα παραπέμπει και σε Κινγκ Κονγκ τέλοσπαντων... εσείς πάντως πήρατε μια εικόνα πώς ήταν) ο άνεμος μας πήρε και μας σήκωσε και μας έριξε τελικά στο νησί των Λωτοφάγων. ΕΕΕΕε μετά τα ψητά ένα φρουτάκι είναι ότι πρέπει. Έτσι σκέφτηκαν οι μωροί συντρόφοι μου και έτρεξαν να κόψουν φρούτα από τα δέντρα. Βρε τους φώναζα αφήστε τα κάτω θα σας πάρω παγωτό μόλις φτάσουμε Ιθάκη τίποτα αυτοί. Βρε θα ξεχάσετε ποιοι είστε και θα μου ξεμείνετε εδώ! Τίποτα πάλι αυτοί. Εεεεε τελικά λίγοι μόνο έφαγαν και έμειναν εκεί. Οι υπόλοιποι πάλι μπήκαμε στα πλοία και... όσα παίρνει ο άνεμος... τελικά μεγάλο πράγμα ναχεις μηχανή στο πλοίο σου και όχι να περιμένεις πότε θα σου φυσήξει ο σωστός άνεμος. Τέλοσπαντων τέλοσπαντων. Τέτοια έλεγα και τότε και φαίνεται οι άνεμοι αγρίεψαν με την ύβρη μου και έγιναν άγριοι και αντίθετοι. Μέρες παραδέρναμε εδώ και εκεί ώσπου φτάσαμε σε άλλο νησί. Ούτε clubbing να κάναμε πια! Δεν είχαμε αφήσει νησί για νησί που να μην επισκεφτούμε εκεί γύρω!! Μόνο την Ιθάκη δεν βλέπαμε....

Φτάσαμε λοιπόν στο νησί των Κυκλώπων. Καλά πρέπει να σας περιγράψω τους Κύκλωπες. Ήταν όλα τα λεφτά, αυτό σας λέω μόνο. Μπορεί να μην είμαι Όμηρος στις περιγραφές... αλλά θα βάλω τα δυνατά μου εδώ. Που λέτε οι Κύκλωπες... είναι σωστοί γίγαντες διαστάσεων ΧΧXL, άγριοι και το πιο καλό, σας το άφησα για το τέλος: έχουν μόνο ένα μάτι στο μέτωπο. Κάτι σαν κινητοί φάροι ένα πράγμα. Ζουν σε σπηλιές μαζί με τα πρόβατά τους. Και από άρωμα τύφλα ναχει το γαλλικό parfum! Μυρίζουν κοπρίλα, φετίλα, μουχλίλα και όλα τα αηδιαστικά -ίλα σε συσκευασία eau de toilette. Με το που φτάσαμε, γιατί είχαν σωθεί όλες όλες οι τροφές, πήρα μερικούς συντρόφους και αρχίσαμε να ψάχνουμε για κανένα αρνί. Kουβάλησα μαζί μου και ένα ασκί με κρασάκι -από αυτό που έτσι και πιεις μισό ποτηράκι βλέπεις αστράκια- και όλοι μαζί ακολουθήσαμε ένα μονοπάτι που πήγαινε βουρ στη σπηλιά ενός Κύκλωπα.

Καλά με το που είδαμε τις καρδάρες με το γάλα και τυριά μπόλικα πέσαμε με τα μούτρα στο φαί. ΕΕΕ ξέρεις τώρα πώς είναι αυτά. Ο καθαρός αέρας και η θάλασσα πάντα ανοίγουν την όρεξη κομματάκι παραπάνω. Εκεί που ήμουν έτοιμος να ορμήξω στο δεύτερο κεφάλι γραβιέρας (σχεδόν το ίδιο νόστιμη όπως και η κρητικιά) βλέπω να μπαίνει σηκώνοντας σκόνη παντού ένα κοπάδι πρόβατα. Και εντάξει το κοπάδι κανένα πρόβλημα, έλα όμως που τελευταίος μπήκε ένας Κύκλωπας. Και τι Κύκλωπας! Και όχι μόνο μπήκε αλλά έκλεισε και πίσω του την πόρτα. Οι Δωδεκάθεοι να την κάνουν πόρτα δηλαδή... ένας τεράστιος βράχος ήταν που τον σήκωσε λες και ήταν πούπουλο και έκλεισε την είσοδο. Εκατό σκλάβους να έβαζα να την μετακινήσουν ένα μέτρο δεν θα το κατάφερναν ούτε σε ένα μήνα!!! Για τέτοιο βράχο μιλάμε !

Άναψε ένα δεμάτι ξύλα και φωτίστηκε όλη η σπηλιά. Και είδε φάτσα κάρτα μπροστά του εμάς. Είχαμε όλοι ένα βλέμμα να μας κλαίνε οι ρέγγες και η γαϊδουροφωνάρα του μας συνεπήρε όλους!! Φωνή καμπάνα ο Κύκλωπας και με τα γαλλικά και το πιάνο του. Μπαμ έκανε από μακριά... Περίπου μας είπε τα εξής: Πώς τολμήσατε ανθρωπάκια και μπήκατε στη σπηλιά μου; Στην σπηλιά του ξακουστού Πολύφημου; Ξέρετε ποιος είναι είμαι εγώ; Ε; Ξέρετε; Ο γιος του Ποσειδώνα. Ψάρωσα στην αρχή αλλά μετά έβαλα το μυαλό μου να δουλέψει (εεε τι πολυμήχανο με αποκαλούσε συνέχεια ο Όμηρος να τον διαψεύσω τώρα; Δεν λέει!) και αποφάσισα να μην του πω το αληθινό μου όνομα. Έτσι σε μια κρίση ευφυίας του είπα τάχα μου τάχα μου ότι με λένε Κανένα και ότι έρχομαι με τους συντρόφους μου από την Τροία και κοίτα να μας βοηθήσεις. Εεε δεν του είπα μόνο ψέματα δηλαδή. Ο Πολύφημος ήταν πολύ φιλόξενος μαζί μας. Αμέσως ήρθαμε πιο κοντά. Άρπαξε δυο συντρόφους μου και τους κατάπιε σαν πασατέμπο. Εμένα θα μου έκανε τη χάρη και θα με έτρωγε τελευταίο. Έτσι δήλωσε. Μετά το έριξε στον ύπνο. Εμείς που να κλείσουμε μάτι. Το πρωί αντί για γάλα και τυριά προτίμησε πρωτείνη και έφαγε άλλους δυο. Μετά έβγαλε τα πρόβατα και έφραξε την τρύπα. Πανικός έπεσε μέσα στην σπηλιά. Οι σύντροφοι κλαίγανε σαν γυναικούλες. Εγώ προσπαθούσα να κατεβάσω καμιά ιδέα, όταν ξαφνικά είδα μπροστά μου ένα χοντρό ξύλο από κυπαρίσσι. Αυτό είναι είπα και άρχισα να κάνω το κυπαρίσσι ξυλάκι σουβλερό.

Το έκρυψα βαθιά στην κοπριά. Και είχε μπόλικη εκεί άστα να πάνε μην τα θυμάμαι καλύτερα. Τι μπόχα Αφροδίτη μου... και το βράδυ που γύρισε ο υπερφυσικός μπέμπης χάνιμπαλ ξαναέφαγε δυο συντρόφους σαν λουκουμάκι και στρογγυλοκάθισε στο πάτωμα. Τότε μια και δυο το σχέδιο μπήκε σε εφαρμογή. Με το πιο γλυκό μου ύφος του προσφέρω το ασκί με το κρασάκι μου. Το ήπιε ο λαίμαργος μονορούφι και αμέσως το έριξε στον ύπνο. Τρέχουμε, παίρνουμε το κυπαρισσόξυλο, το βάζουμε στη φωτιά και σαν να ήταν το ακόντιο το καρφώνουμε με φόρα στο μπιρμπιλωτό ματάκι του. Ο γίγαντας ξύπνησε και έσκουζε σαν χαλασμένο κλάξον. Οι άλλοι Κύκλωπες έτρεξαν να δουν τι συμβαίνει και αυτός τους έλεγε αρλούμπες!! Ότι δηλαδή ο Κανένας τον τύφλωσε. Έτσι έφυγαν όλοι βρίζοντάς τον ότι τους ξύπνησε για να τους κάνει πλάκα. Αλλά αυτός είχε πάθει πραγματική πλάκα. Το πρωί άνοιξε έξαλλος τη σπηλιά να βγουν τα πρόβατα. Κάθησε στην είσοδο και έψαχνε τα πρόβατα στις ράχες τους, για να μας γραπώσει, αλλά εγώ είχα δώσει οδηγίες όλοι να κόλλησουμε στις κοιλιές των προβάτων από κάτω. Έτσι σωθήκαμε. Κασκαντέρ γίναμε, αλλά καλύτερα με πρόβληματα μέσης παρά καναπεδάκια.

Όταν φθάσαμε στο καράβι δεν ξέρω τι με έπιασε και άρχισα να τον προκαλώ τον Γίγαντα. Μάγκα μου, του είπα, αν σε ρωτήσει κανείς ποιος σε τύφλωσε να του πεις ότι ήταν ο Οδυσσέας, ο βασιλιάς της Ιθάκης!

Έξαλλο τον έκανα τον Γίγαντα. Έξαλλο. Άρχισε να πετάει βράχους στη θάλασσα. Λίγο έλειψε να μας πετύχει κιόλας. Τυφλός, τυφλός αλλά επικίνδυνος παρέμενε. Και όχι μόνο αυτό αλλά μας καταράστηκε κιόλας και ζήτησε από τον Ποσειδώνα εκδίκηση. Ο μπεμπόθρεφτος!!

Δεν μου έλειπαν λοιπόν όσα βάσανα είχα μου προστέθηκε τώρα και η οργή του Ποσειδώνα στην καμπούρα μου... αχ καμιά φορά απορώ τι μου βρήκε ο Όμηρος και με έκανε πρωταγωνιστή. Εκεί που τα πάω περίφημα κάνω και εγώ τις κουτουμαρίτσες μου...
Εε.. εδώ τελειώνει η Ραψωδία Ι κατά τους Αλεξανδρινούς φιλολόγους... Δική τους ιδέα ήταν να χωρίσουν την Οδύσσεια σε επεισόδια, κάτι σαν σήριαλ δηλαδή. Τύφλα ναχει ο Φώσκολος!

4 σχόλια:

Para-Mythou είπε...

Γούτσου γούτσου το Πολυφημάκι τι του κάνανε μωρέ...

Para-Mythou είπε...

Γούτσου γούτσου το Πολυφημάκι τι του κάνανε μωρέ...

Ανώνυμος είπε...

Μπράβο στη βίκυ παπαδοπούλου! Πολύ καλό!

Eleni Betinaki είπε...

Γειά σου Βίκυ...Παρα πολύ καλό!!!

Μ΄αρεσε πολύ αυτό για το παγωτό και την κρητική γραβιέρα....