Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2010

Το βασιλόπουλο δεν κάνει ποτέ λάθος

Της Ροζίτας Αναγνώστου



Στην οδό Αίαντος, έναν ήσυχο δρόμο με ψηλά δέντρα, σε μια μεγάλη μονοκατοικία ζει ο μεγαλοεπιχειρηματίας Σταχτούλας με την κόρη του, τη δεσποινίδα Σταχτούλα. Αν ρωτήσεις τους ανθρώπους τριγύρω έχουν να σου πουν τα καλύτερα λόγια για τον πατέρα Σταχτούλα. Χαμηλών τόνων άνθρωπος, ευγενικός και γλυκομίλητος. Αλλά για την κόρη του .. αλίμονο! Κακομαθημένη, ακατάδεχτη και ξιπασμένη θα σου πουν. Βλέπεις από τότε που πέθανε η μάνα, ο Σταχτούλας έπεσε με τα μούτρα στη μοναχοκόρη του. Μεγάλη αδυναμία, ό, τι ήθελε εκείνη ήταν γι’ αυτόν διαταγή. Έτσι η κόρη Σταχτούλα έγινε ένας τύραννος, μια εγωίστρια που πίστευε ότι όλοι της οφείλουν.

Όταν έγινε 18 χρόνων και άρχισε να κάνει τη ζωούλα της κανονικά, ένιωσε τον πατέρα της να της γίνεται βάρος.

- Δε μπορώ εγώ να κλείνομαι μέσα για να κάνω παρέα στο μπαμπάκα μου επειδή αυτός δεν αποφασίζει να ξαναφτιάξει τη ζωή του, λέει συχνά στην παρέα της.

Αρχίζει λοιπόν να τον «ψήνει» πως είναι καιρός να βρει μία σύντροφο. Πες-πες και επειδή ο άνθρωπος βλέπει ότι μένει όλο και περισσότερο μόνος αφού η κορούλα του κάθε λίγο λείπει πότε σε βραδυνές εξόδους και πότε σε ταξιδάκια στο εξωτερικό, αποφασίζει να βρει καινούρια σύντροφο και βρίσκει την κυρία Φωτεινή. Μια γυναίκα γύρω στα 50 και κάτι, συμπαθητική και γλυκιά, καθηγήτρια πιάνου. Χήρα εδώ και αρκετά χρόνια η κυρία Φωτεινή έχει μια κόρη, ένα καλοσυνάτο και ήρεμο πλάσμα την Ματίνα που σπουδάζει βιολοντσέλο.

Η κόρη Σταχτούλα μόλις τις γνωρίζει έρχεται στα ίσα της. «Ιδανική περίπτωση», σκέφτεται. «Αυτές είναι στην κοσμάρα τους, μουσική και σπίτι, ό, τι πρέπει για τον πατέρα μου» και έτσι είναι πια ελεύθερη να συνεχίσει την κακομαθημένη ζωούλα της αφού ο μπαμπάς έχει πια τη συντροφιά της Φωτεινής και της Ματίνας.

Κάποια φορά η κυρία Φωτεινή τολμάει να της πει:

- Μείνε απόψε σπίτι, ο πατέρας σου έχει ανάγκη την παρουσία σου, θέλει να σε βλέπει πιο πολύ.

Ποιος είδε το Θεό και δεν τον φοβήθηκε.

- Και ποια είναι η δική σου δουλειά; Μήπως νομίζεις εσύ και η κόρη σου ότι έχετε κάποιον άλλο λόγο να ζείτε σ’ αυτό το σπίτι; Όχι κυρία μου!, αστράφτει και βροντάει η Σταχτούλα.

Προσπαθεί με κάθε τρόπο να δείξει στις δυο γυναίκες ότι αυτή είναι η αρχόντισσα και η κυρά και κουβέντες πολλές μαζί τους δε θέλει. Γι’ αυτό όταν κάποια στιγμή τους ανακοινώνει ότι τα Χριστούγεννα θα λείπει στην Ελβετία, γίνεται εκτός εαυτού όταν η Φωτεινή έχει το «θράσος» να της πει:

- Δεν αξίζει ο πατέρας σου τέτοια συμπεριφορά. Πως μπορείς να τον αφήσεις γιορτιάτικα; Αυτός ο άνθρωπος έχει κάνει τόσα για σένα, λίγη ευγνωμοσύνη..

Δεν προλαβαίνει να τελειώσει, η Σταχτούλα είναι πια έξαλλη:

- Ποιος σου έδωσε το δικαίωμα να το παίζεις μητριά; Σου έχω ξεκαθαρίσει τη θέση σου εδώ μέσα. Αλλά κι αν θέλεις να το παίζεις μητριά, δικαίωμά σου. Να ξέρεις ότι εγώ Σταχτοπούτα δεν γίνομαι. Αν σου χρειάζεται μια, ψάξε να τη βρεις στην κόρη σου.

Κάπως έτσι συνεχίζεται η ζωή στην οικογένεια Σταχτούλα όταν κάποια μέρα έρχεται μια πρόσκληση. Ο γιος των φίλων τους των Βασιλόπουλων θα γιορτάσει επειδή πήρε το πτυχίο του. Η κόρη Σταχτούλα απογειώνεται. Ο γιος Βασιλόπουλος είναι πλουσιόπαιδο και ομορφόπαιδο και της αρέσει πολύ. Παλιότερα μάλιστα είχε υπάρξει και κάποιο φλερτ μεταξύ τους. Ευκαιρία να το προχωρήσει. Αρχίζει λοιπόν τα ψώνια και στενάζουν οι μπουτίκ του Κολωνακίου.

Εν τω μεταξύ ο κύριος Σταχτούλας θέλει να ευχαριστήσει τη Ματίνα, το καλό κορίτσι που είναι δίπλα του και του κάνει ατελείωτη συντροφιά.

- Θα πας κι εσύ στο πάρτι. Έχεις δικαίωμα να διασκεδάσεις. Αγόρασε όποιο φόρεμα σου αρέσει και ό,τι άλλο χρειαστείς. Εγώ θα σε πάω στους Βασιλόπουλους κι εγώ θα σε φέρω πίσω. Μόνο που κοιμάμαι νωρίς. Στις 00:30 θα έρθω να σε πάρω.

Έρχεται η μέρα του πάρτι. Η Σταχτούλα έχει εξαντλήσει, μανικιούρ, πεντικιούρ, αποτρίχωση, κομμωτήριο και όλα τα σχετικά. Όταν κοιτάζεται στον καθρέφτη, έτοιμη πια, δε ρωτάει, δίνει την απάντηση μόνη της: « Εγώ θα είμαι η ομορφότερη».

Φτάνει στο πάρτι. Κόσμος, μουσική, φώτα. «Που είναι ο Βασιλόπουλος;». Και τότε της έρχεται η πρώτη κεραμίδα. Ο Βασιλόπουλος χορεύει μ’ ένα ψηλό, ξανθό κορίτσι. Εκείνη φοράει ένα μακρύ φόρεμα από λεπτό ύφασμα στο χρώμα της άμμου κι εκείνος την κοιτάει συνεχώς στα μάτια. Η κοπέλα γυρίζει το κεφάλι κι η Σταχτούλα βλέπει τη Ματίνα. «Τι θέλει αυτή εδώ; Ώρες είναι .. πρέπει να δράσω». Πλησιάζει αποφασιστικά το ζευγάρι και απλώνει το χέρι της στον ώμο του Βασιλόπουλου. Εκείνος γυρίζει, την κοιτάει και:

- Καλώς την! Χαίρομαι που ήρθες. Πάρε ένα ποτό και καλή διασκέδαση. Θα βρεις καλή παρέα, είναι πολύς κι ενδιαφέρον κόσμος εδώ απόψε.. και γυρίζει στη ντάμα του.

Δεύτερη κεραμίδα. Η Σταχτούλα μένει κοκαλωμένη. Σιγά σιγά απομακρύνεται προς το μπαρ για να πάρει ένα ποτό. Το ζευγάρι συνεχίζει να χορεύει και να μιλάει. Ο Βασιλόπουλος φαίνεται γοητευμένος από τη γλύκα και την ηρεμία της κοπέλας. Μόνο μαζί της χορεύει ως τη στιγμή που η Ματίνα κοιτάει το ρολόι της. Κοντεύει 00:30. Πρέπει να φύγει, την περιμένει ο κύριος Σταχτούλας. Καληνυχτίζει το Βασιλόπουλο βιαστικά, εκείνος την ακολουθεί στην έξοδο και τη βλέπει να μπαίνει στο αυτοκίνητο. Στο φως του δρόμου διακρίνει στο πεζοδρόμιο κάτι να γυαλίζει. Είναι το ασημένιο τσαντάκι της Ματίνας. Σκύβει και το παίρνει.

Την επόμενη μέρα το σπίτι Σταχτούλα γίνεται αρένα. Η Σταχτούλα ωρύεται:

- Μην κάνεις όνειρα, λέει στη Ματίνα, γιατί θα μείνεις μ’ αυτά. Ο Βασιλόπουλος δεν είναι για τα δόντια σου.

- Μα.. τολμάει ν’ αρθρώσει η Ματίνα, εγώ μόνο χόρεψα.. δεν..

- Ματινάκι, πρέπει να ξέρεις ότι εγώ είμαι η κόρη Σταχτούλα, εσύ η κόρη της κυρίας Φωτεινής.

Τελικά το ασημένιο τσαντάκι της Ματίνας γίνεται η αφορμή να δώσει το ζευγάρι το πρώτο του ραντεβού.

Έτσι η κόρη Σταχτούλα έμεινε αρχόντισσα και κυρά στη μεγάλη μονοκατοικία της, αλλά η Ματίνα έγινε αρχόντισσα και κυρά στην καρδιά του Βασιλόπουλου. Πήρε και την κυρία Φωτεινή μαζί της και η Σταχτούλα ψάχνει νέα σύντροφο για τον ταλαίπωρο τον πατέρα της.




1 σχόλιο:

Para-Mythou είπε...

Γι αυτό το βάζουν στα πόδια οι άντρες. Μια Σταχτούλα να σου τύχει, δε θέλεις τίποτ' άλλο.